Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

"Το όνειρο του σκύλου"

"Άμα με ξυπνάνε πολύ νωρίς νυστάζω και μετά γκρινιάζω. Ευτυχώς τα παπλώματα του σπιτιού κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους και έτσι βρίσκω το τρόπο μου να τρυπώνω μέσα σε αυτά και να ξεχνάνε ακόμα και την παρουσία μου σε αυτό το σπίτι.

Αυτό το σπίτι δεν είναι ένα οποιοδήποτε σπίτι. Είναι το δικό μου σπίτι. Με μαμά, μπαμπά και αδέλφια. Κομπλέ που λένε. Εγώ, είμαι ο πιο μικρός από όλους και όπως θα έχετε ήδη καταλάβει, καταφέρνω και κλέβω τις εντυπώσεις. Είμαι όμως και εγώ αξιολάτρευτος με τα μαύρα μου μαλλιά και τα μεγάλα μου μάτια. Έτσι μου λένε οι άλλοι. Εγώ δε τα βγάζω από το μυαλό μου.

Συνήθως όταν κάτι με ενοχλεί, κλαίω. Όχι για πολλή ώρα. Πιο πολύ μουρμουράω, παρά κλαίω, αλλά καμιά φορά οι δικοί μου τα παίρνουν στο κρανίο που ακούν τις γκρίνιες μου και μου βάζουν τις φωνές. Ο μπαμπάς μου περισσότερο, ειδικά άμα βλέπει τις ειδήσεις, το δελτίο καιρού ή το ποδόσφαιρο. Το έχω τσεκάρει και έχω βγάλει τα συμπεράσματά μου. Ανάμεσα στα τρία παραπάνω, ο μπαμπάς μου θυμώνει πραγματικά όταν εγώ κάνω φασαρία την ώρα που ακούει για τον καιρό, πράγμα που και εμένα με εκνευρίζει γιατί εντάξει, άμα είναι χειμώνας, είναι χειμώνας και άμα έξω σκάει ο τζίτζικας που λένε, δε θα έρθει ξαφνικά χαλάζι Αυγουστιάτικα.

Α! Εμένα μου αρέσει ο χειμώνας πολύ περισσότερο από το καλοκαιρι. Καταρχάς, το χειμώνα, δε με κουρεύουν τόσο συχνά. Συνήθως για κούρεμα, επειδή εγώ είμαι πολύ μικρός και θα χαθώ, που αν με άφηναν δηλαδή, αυτό θα έκανα, γιατί μισώ τη διαδικασία του κουρέματος τόσο πολύ, όσο και τις κονσέρβες, με πηγαίνει ο αδελφός μου. Και εκείνος βαριέται ή με συμπονά, δεν έχω καταλάβω ακριβώς τη διάθεσή του, γιατί ο μεγάλος μου αδελφός μιλάει πολύ στο τηλέφωνο και αμα το αφήσει για λίγο, έτσι, για να μου ρίξει μια ματιά, εγώ δεν προλαβαίνω να καταλάβω και πολλά, οπότε δε ξέρω να σας πω σίγουρα. Πάντως με πηγαίνει, είτε βαριέται, είτε με λυπάται, γιατί άπαξ και το πει η μαμά, τελείωσε, είναι νόμος.

Δε ξέρω για τη δική σας τη μαμά, πάντως η δική μου είναι ένα μεγάλο κόκαλο που θέλεις όλη τη μέρα να το γλύφεις. Είναι όμορφη, γλυκιά, έξυπνη και μαγειρεύει τα καλύτερα γιουβαρλάκια του κόσμου. Αγαπαω τόσο πολύ τη μαμά μου. Μυρίζει τόσο όμορφα και μου αρέσει τόσο πολύ να χώνω το κεφάλι μου στην κοιλιά της ή στο λαιμό της ή οπουδήποτε τέλος πάντων και εκείνη να με χαϊδεύει. Με έχει κακομάθει λένε, και ας μην είμαι μοναχογιός και όταν γυρίζει στο σπίτι και με βλέπει, αρχίζει να μου τραγουδάει ένα τραγουδάκι που μου φτιάχνει πάντα τη διάθεση. Να δεις πως πηγαίνει.... Α, ναι. Μαρεγιέ, μαρεγιέ. Μαρεγιέ μου κανακάρη. Ποια γυναίκα θα σε πάρει...

Μιας και το θίξαμε αυτό το ζήτημα και η κουβέντα έφτασε εκεί πέρα, εγώ, άπατος θα πάω. Είμαι δύσκολος. Το ξέρω. Δεν είμαι πολύ κοινωνικός με τους υπόλοιπους της φάρας μου, αλλά εντάξει, και εμείς οι δυναμικοί χαρακτήρες, έχουμε την προσωπικότητά μας. Και να σας πω και κάτι; Εγώ είμαι ερωτευμένος με μία, μεγαλύτερη είναι από εμένα, τη λένε Μπέλλα και έχει καστανά λαμπερά μαλλιά. Ο πατέρας της με συμπαθεί πάρα πολύ και οι δικοί μου συμπαθούνε την Μπέλλα, αλλά όλοι πιστεύουν οτι δε ταιριάζουμε και τόσο και δε μας αφήνουν να έρθουμε σε επαφή! Κάτι σαν απαγορευμένος έρωτας δηλαδή. Ε, αφού δεν υπάρχει άλλη υποψήφια, να μη βολευτώ και εγώ με την Μπέλλα; Άντρας είμαι και έχω ανάγκες! Μην κοιτάτε που δε το δείχνω μέσα στο σπίτι και τρέχω όλη την ώρα με τα παιχνίδια μου. Οκ, τι να κάνουμε δηλαδή; Ενοχλητικός δε γίνομαι. Η αδελφή μου, που και που, πετάει κανένα, "μα πρέπει να του βρούμε νύφη, αλλά εγώ δε τον αφήνω σε ξένα σπίτια" και εκεί είναι που συμφωνούμε. Ούτε εγώ θέλω να πάω σε άλλο σπίτι! Δεν υπάρχει περίπτωση. Τότε, πηγαίνω και κάθομαι σε μια γωνιά και τρώω τα νύχια μου. Που θα πάει; Θα βρεθεί λύση, δε θα βρεθεί; Ύστερα, κουράζομαι από την πολλή τη σκέψη και πέφτω τάβλα στο κρεβάτι μου. 

Τότε είναι που έρχεται η αδελφή μου, λες και το κάνει επίτηδες κάθε φορά, με πιάνει, με κατσιάζει, με φυλάει πάνω στη μύτη μου και μου έρχεται να σκάσω γιατί όλος ο αέρας ξαφνικά εξαφανίζεται από τα  ρουθούνια μου και με τσιμπάει όπου βρει. Η αδελφή μου με αγαπάει τόσο πολύ, το καταλαβαίνω, αλλά παρά είναι  εκδηλωτική και καμιά φορά μου τη δίνει. Αλλά έχει πλάκα. Ειδικά όταν κάθεται και μου μιλάει και μου λέει διάφορα. Εγώ τότε στέκομαι στα δυο πόδια, την κοιτάω δήθεν με το σοβαρό μου βλέμμα, ρίχνω και κανά γάβγισμα, αλλά στην πραγματικότητα, δεν καταλαβαίνω λέξη από όσα μου λέει, η αδελφή μου μιλάει πολύ σας προειδοποιώ, εκτός από το "είσαι όμορφος" "σκυλί" "το καλύτερο σκυλί", που τα καταλαβαίνω αμέσως, όλα τα υπόλοιπα τα αφήνω να πέσουν κάτω που λένε και κάνω δήθεν τον σοβαρό και έξυπνο. Τώρα που το σκέφτομαι όμως, είμαι έξυπνος. Πιάνω και άλλες κουβέντες, όπως "περιστέρι", "που είναι ο Αλέξης", "που είναι η μπάλα", "νάνι", και αυτά τα καταλαβαίνω. Και όσο για το  "πάμε βόλτα" και "θα φάμε", ε, εντάξει, αυτά θα ημουν και πολύ χαζός να μη τα έπιανα στον αέρα, που λένε.

Το φαγητό, είναι η εμμονή μου. Και ο ύπνος πάνω στα μαξιλάρια, στα χαλιά, στα παπλώματα και καμμιά φορά στο στρωματάκι μου είναι η καλύτερη διασκέδασή μου! Πολλές φορές το παρακάνω και ρίχνω ένα ροχαλητό! Αλλά κανένας δε με μαλώνει και έτσι εγώ το ευχαριστιέμαι. 

Στο σπίτι αυτό με σέβονται και με αγαπούν και με αφήνουν να κοιμάμαι όσο θέλω, να γαβγίζω, εντάξει, όχι όσο θέλω, να παίζω με τις ώρες, δηλαδή όχι με τις ώρες γιατί είμαι και λίγο τεμπέλης, να πηγαίνω τις βόλτες μου κάθε μέρα, να είμαι καθαρός, να κάθομαι πρώτος πρώτος δίπλα στο τζάκι, να κοιμάμαι στα κρεβάτια τους, να ονειρεύομαι στα πόδια τους και να γκρινιάζω καμιά φορά. Είμαι δίδυμος στο ζώδιο και είμαι εντάξει όσον αφορά την γκρίνια. Επιτρέπεται. Η αδελφή μου το πε μια φορά, όχι εγώ, αλλά αυτό το κατάλαβα, όχι και πολύ καλά δηλαδή, γιατί τι στην ευχή είναι το ζώδιο; Κάτι σαν εμένα; Τετράποδο με ουρά; Αλλά τέλος πάντων, αυτό που κατάλαβα πολύ καλά, είναι πως με συμφέρει αυτή η ομολογία και έτσι έχουμε ένα το κρατούμενο. Στο δικό μου σπίτι όλα είναι υπέροχα και τώρα τα Χριστούγεννα μυρίζει παντού ζεστασιά. Το καλύτερο συναίσθημα για έναν σκύλο! Το μόνο που μου τη δίνει είναι τα φωτάκια στο δέντρο που με ζαλίζουν που και που, αλλά κατά τα άλλα όλα καλά. 

Νομίζω, πως είμαι πολύ τυχερός και η ευχή μου για φέτος, κάθε χρόνο όταν πλησιάζουν οι γιορτές κάνω μια ευχή, γιατί στο σπίτι μου λένε πως πιάνουν οι ευχές αν είναι λογικές, το λογικές, ακόμα δεν έχω καταλάβει τι σημαίνει, αλλά το ευχές ξέρω, η ευχή μου λοιπόν για φέτος, εκτός από το να διπλασιαστεί η τροφή μου στο πιατάκι μου και ας με λέει ο αδελφός μου κίβδηλο και χοντρό είναι να αποκτήσει άλλος ένας σκύλος και άλλος ένας και άλλος ένας και πολλοί ακόμη, ένα σπίτι σα το δικό μου. Με ζεστασιά και δικαιώματα. Γιατί ακούω πως γίνονται φοβερά πράγματα στα ζώα εκεί έξω και καμιά φορά βλέπω εφιάλτες και κλαίω, αλλά αμέσως νοιώθω κάποιο χέρι να με χαϊδεύει και να μου λέει μην κλαις σκυλάκι σε αγαπάμε. Αυτή λοιπόν είναι η ευχή μου στους φίλους μου. Να τους χαιδέψει ένα χέρι και να τους πει αυτά τα λόγια και ύστερα να τους πάρει αγκαλιά και να μη τους αφήσει ποτέ να φύγουν. Γιατί όταν εμάς τους σκύλους μας αγαπούν, εμείς τους αγαπούμε  διπλάσια. Και τριπλάσια... Άντε, σας αφήνω όμως τώρα γιατί νύσταξα."

Τα σκυλιά, όπως και όλα τα ζώα είναι υπέροχα. Ναι, σίγουρα δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα στο σπίτι μας και ακόμα και αν η ζωή μας δεν επιτρέπει να υιοθετήσουμε κανένα, πρέπει να αγαπάμε και να  φερόμαστε με σεβασμό σε όλα αυτά που συναντάμε κατά καιρούς στους δρόμους. Διαβάζουμε και βλέπουμε εξωφρενικά πράγματα να γίνονται πάνω στα κορμάκια τους και ειλικρινά εκείνη τη στιγμή σκέφτομαι, ποιος είναι τόσο κομπλεξικός που βγάζει τα δικά του απωθημένα πάνω σε μικρές ψυχούλες, που δε τους έφταιξαν σε τίποτα; Το παραπάνω κείμενο είναι αφιερωμένο όχι μόνο στο δικό μου σκυλί, αλλά και σε όλα τα ζωάκια και όπως και εκείνος, έτσι και εγώ, θα κάνω την ίδια ευχή με αυτόν. Αν δεν μπορείτε να έχετε ζώο, φροντίστε να μάθετε να τα αγαπάτε και αν έχετε ένα ζωάκι στο σπίτι σας, μη ξεχνάτε να το αγαπάτε και να του το δείχνετε. Εκείνο, δε ξεχνάει ποτέ να έρθει πίσω από την πόρτα σας και να σας φιλήσει όταν μπαίνετε στο σπίτι. Εσείς;




Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

TV guide: Μη χάσετε το "Καράβι του Νώε".

Ολόκληρη η καθημερινότητά μας, ένα χαζοκούτι, που σου κλείνει το στόμα, σε καθίζει σε έναν καναπέ και σε βάζει με το ζόρι να γνωρίσεις ανθρώπους και πράγματα που δεν έχουν σημασία για εσένα, που ίσως και να είχε περισσότερη αξία αν είχες μαύρα μεσάνυχτα για εκείνους. Η καρδιά μας χτυπά γοργά στους σφυγμούς μιας εξωφρενικής καθημερινότητας, που θυμίζει ένα κακόγουστο πάρτι αποκριών χωρίς τελειωμό, πλημμυρισμένο από άκομψα κουστούμια, σκισμένα δικτυωτά καλσόν και φθηνά αξεσουάρ. Άρματα που φοβάσαι μην πατήσουν το πλήθος και χαθεί. Άρματα χωρίς χρυσόσκονη και λάμψη, πώς να αρέσουνε στον κόσμο; Το χαζοκούτι, κατάφερε να μας κάνει όλους ανόητους, είτε διαφωνούμε, είτε συμφωνούμε, αυτή είναι η αλήθεια. Το προσμετράει από καιρό στα κατορθώματά του. Να παρακολουθούμε όλους εκείνους, που σε κάποια άλλη εποχή, μιλώντας πάντα για το σήμερα, θα ήταν απλά λίγοι. 

Όχι, δε θα ήθελα να μειώσω κάποιον. Άρα, δε θα ήθελα σε καμία περίπτωση, πρώτα από όλα, να μειώσω τον εαυτό μου. Το ξέρω πως κατά κάποιον τρόπο οι συγκυρίες με εξαναγκάζουν βέβαια. Ποιος είναι αυτός που υποστηρίζει ότι υπάρχουμε ακόμα σε ένα δημοκρατικό περιβάλλον; Καθημερινά λες, δεν μπορεί, κάποιος θα βρεθεί να μου πιάσει τα χέρια και να με τραβήξει από την κόλαση, αλλά στον απολογισμό της  μέρας λες, ρε δεν πάτε όλοι στο διάολο; Εκεί που είμαι εγώ δηλαδή; Γιατί στην κόλαση, θες να γίνεις και εσύ κακός και να δεις και τον άλλον δίπλα σου να βράζει στο καζάνι του, μπας και πάρεις θάρρος και νοιώσεις πως δεν είσαι ο μόνος που δεν αξίζει δεκάρα τσακιστή. Μόνο τότε δε θα νοιώσεις λίγος, αφού κατάφερες να κάνεις έναν άλλον άνθρωπο να πονέσει παραπάνω από εσένα και έναν άλλον άνθρωπο να σχολιάσει αυτό που έκανες για εκείνον τον καημένο. Όποιος βιαστεί να βγάλει συμπεράσματα, πως είμαι εγώ αυτή που περιγράφω παραπάνω, ίσως και να κάνει λάθος. Μακάρι να ήμουν μόνο εγώ. Μακάρι να ήμουν απλά ένας κακός άνθρωπος. Μα είμαστε πολλοί ο ένας ανάμεσα στον άλλον που πονάμε το ίδιο και οι ερωτήσεις που βγαίνουν από το στόμα μας είναι τόσο όμοιες όσο και οι σταγόνες της βροχής. Το μίσος και η οργή μας είναι τόσο ίδια, όσο οι κρίκοι μιας αλυσίδας.

Ξέρετε τι με ενοχλεί μέσα σε όλα και περισσότερο από όλα; Γίναμε η χώρα του πάνελ και της κριτικής. Έχουμε που έχουμε τα προβλήματά μας να τρέχουνε με ταχύτητα φωτός, έχουμε και το κάθε καρυδιάς καρύδι να σχολιάζει ανεξέλεγκτα τους πάντες και τα πάντα. Να μιλάει περί ανέμων και υδάτων. Αυτοί να είναι στους τελευταίους ορόφους του ουρανοξύστη και εμείς μπουλούκια στο ισόγειο, που βρωμάει μούχλα και υγρασία. Πως γίνεται όλοι να έχουν άποψη για όλα; Μα όλοι τα ξέρουν όλα; Όλοι γελούν με τον άλλον; Και άμα γελούν με τον άλλον, γιατί δε γελούν και με τον εαυτό τους; Γιατί για να κάνεις χιούμορ, θα πρέπει και να το δέχεσαι, άρα μάλλον θα ήταν καλό να ξεκινάς πρώτα με εσένα. Ίσως έτσι, να γίνεις λίγο πιο συμπαθής σε εκείνον που δεν καταλαβαίνει γιατί τον έστησες στο τοίχο.

Τι ρούχο φόρεσε; Πως το συνδύασε; Γιατί βγαίνει με εκείνον; Γιατί χώρισε; Γιατί έχει νεύρα; Γιατί γέμισε τα στήθη της με σιλικόνη; Γιατί έτσι γουστάρει ρε φίλε. Γιατί από σένα τα πήρε; Και γιατί εγώ θα πρέπει να το ξέρω τέλος πάντων; Ηλίθιες πληροφορίες, γεμάτες φλυαρία και υπέρογκα λόγια, δήθεν σοφά και κάπως έτσι γεμίζουν οι εκπομπές και τα κανάλια και τα σαλόνια μας και ο κόσμος όλος. Γεμίσαμε κακιασμένες, γυναίκες και άντρες, κυρίως άντρες, δυστυχώς, όλες κακιασμένες, να έχουν τη τελευταία κουβέντα στο στόμα, να θέλουν να μας απασχολούν με τα ψευτοκατινιάσματά τους. Φθηνές παραγωγές, φθηνά ρεπορτάζ, φθηνές κουβέντες και η ενημέρωση να πηγαίνει περίπατο. Όλα και όλοι πουλημένοι. Όλοι και όλα αδιάφοροι, που κοίτα να δεις όμως τι ωραία που μας κάνουνε κουμάντο! 

ΡΕ ΠΑΙΔΙΑ! Η ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΚΑΙΓΕΤΑΙ! ΕΧΟΥΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ! ΕΛΕΟΣ!

Μέσα σε αυτό τον αναβρασμό του φτωχού θεάματος, ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα δυο τρεις που κάνουν τη διαφορά, λένε ίσως κάτι που να μας ενδιαφέρει, μας κάνουν λίγο να γελάσουμε. Μα δεν είναι αρκετοί. Η μειοψηφία, ποτέ δεν μπόρεσε να γίνει μάζα. Παραμένει μονάχα, ένα μόνο στενό σε ολόκληρη τη λεωφόρο, πόσα αμάξια να μαζέψει και αυτή η δύστυχη; Να τα στοιβάξει το ένα πάνω στο άλλο; Αδύνατον!

Συμπέρασμα; Είναι λίγες οι στιγμές που γνήσια γελάμε. Και είναι πολλές οι μέρες που τα χείλη μας παραμένουν ερμητικά κλειστά. Λυπάμαι που περνούν οι μέρες έτσι κενά, κάποτε λέγαμε, ας μεγαλώσουμε επιτέλους για να ζήσουμε πέντε πράγματα και τώρα που μεγαλώνουμε, φοβόμαστε μήπως γεράσαμε πολύ γρήγορα και αν θα προλάβουμε να ζήσουμε έστω και ένα μας όνειρο. Φτάσαμε στο σημείο να προσευχόμαστε να έχουμε πράγματα που άλλοτε ήτανε δικά μας. Είναι δυνατόν αντί να κερδίζουμε έδαφος να χάνουμε και αυτά που είχαμε κατακτήσει; Δηλαδή, είναι σα να πάει κάποιος στον Αρχιμήδη και να του πει, «δε το βρήκες εσύ τελικά, που μου φώναζες Εύρηκα και Εύρηκα» ή να πάει στον Κολόμβο και να του κουνήσει το δάχτυλο, λέγοντάς του «δεν ανακάλυψες εσύ την Αμερική βρε κακομοίρη», ή να πεις στο Σοφοκλή «φιλαράκο, αν νομίζεις ότι εσύ έγραψες την Αντιγόνη, πλανάσαι πλάνη οικτρά»! Τι πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο; Ότι θα ζήσουμε φτωχά; Ότι δε θα ζήσουμε; Ή ότι θα αναγκαστούμε να πεθάνουμε για να μη ζήσουμε αυτά που πρέπει να ζήσουμε; 

ΜΑ ΤΙ ΛΕΩ; ΕΔΩ ΑΚΟΜΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΕΙ ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ.

ΕΔΩ ΑΚΟΜΑ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΠΟΡΕΙ, ΕΓΩ ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΘΑ ΠΩ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΩ; ΠΟΤΕ ΘΑ ΨΗΦΙΣΩ;

ΕΔΩ ΑΚΟΜΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΗΚΩΘΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΕΚΛΑ ΤΟΥ ΝΑ ΠΕΙ, ΑΝΤΕ ΚΑΙ ΓΑΜΗΘΕΙΤΕ!

Είναι τώρα αυτό σωστό να μιλάμε έτσι απαισιόδοξα εμείς οι νέοι άνθρωποι που ακόμα σπουδάζουμε; Όχι. Δεν είναι σωστό. Για αυτό και ανοίγουμε ακόμα το χαζοκούτι. Μπας και δούμε κάτι εκεί και μας δώσει ελπίδα. Όχι μόνο μας ενημερώσει, αλλά και μας ανοίξει τα μάτια. Μας ξυπνήσει. Μας βγάλει από το κουκούλι μας. Μα το μόνο που βλέπουμε, είναι βγαλμένα φρύδια, καμένα ξανθά μαλλιά, τους πάντα ίδιους ανθρώπους που δεν μπορεί, θα πεθάνουν στο πλατό, και εκπομπές που δεν έχουν καμία απολύτως ενότητα. Α! Και να μην αφήσω απέξω τις πανηλίθιες διαφημίσεις που μας παίρνουν τα αυτιά! Το μόνο που βλέπουμε είναι δήθεν μια ενωμένη κυβέρνηση, υποσχέσεις, λόγια επίδειξης και ιδέες που ανήκουν στη σφαίρα άλλου γαλαξιακού συστήματος.

Και μέσα σε όλα, ακούω κάπου, πως διαδικτυακό κανάλι, κάποιοι είπαν γερμανικό, κάποιοι είπαν αλβανικό, δεν έχει σημασία, κάνει τη ζωή μας ριάλιτι. Πώς να τους κατηγορήσεις, αφού εμείς πρώτοι, έχουμε καταντήσει ένα ριάλιτι; Ένα πάνελ; Ένα ξεκατίνιασμα; Από πού πήραν το θάρρος νομίζετε; Ποιος τους το έδωσε; Και αφού θέλουν να παίξουν εκείνο το παιχνίδι, γιατί δε ρωτάνε τους δικούς τους που είναι τόσα χρόνια στη χώρα μας και δηλώνονται ως άνεργοι στον ΟΑΕΔ, οι άλλοι μισοί παράνομα και ότι περίσσεψε μπαίνει στα σπίτια μας και μας κλέβει ότι είναι δικό μας, να τους πει; Αυτοί το παίζουν χρόνια αυτό το παιχνιδάκι, θα ξέρουν καλά. Και ποιος είναι αυτός που γέμισε μια μουσική με στίχους για τον πρωθυπουργό το δικό μας; Σκάρτος. Άδικος. Φαταούλας. Δε λέω. Αλλά είναι δικό μας πρόβλημα και ίσως άμα μας αφήνατε όλοι εσείς οι ξένοι να το λύσουμε μονάχοι μας, να μην είχαμε τελικά και τόσο μεγάλο πρόβλημα μεταξύ μας. Εμείς δανειζόμαστε τα χρήματα και τις εντολές σας και εσείς δανείζεστε τη ζωή και το αίμα μας. 

Πώς να τους σταματήσεις να μιλούν για εσένα, όταν η δική μας εικόνα είναι μονόλογοι ανθρώπων για τις ζωές των άλλων; Πώς να τους κλείσεις τα στόματα, όταν δεν έχεις τη δύναμη να κόψεις τις γλώσσες εκείνων που λένε πολλά για μερικά νούμερα τηλεθέασης; Πώς να μη γίνεις όμοιος, ψεύτης και κακιασμένος, όταν γύρω σου όλοι έχουν ήδη μεταμορφωθεί σε ανθρωπόμορφα τέρατα;Και στη τελική, πως ζητάς να επιβιώσεις όταν το καράβι του Νώε έφυγε και εσύ έμεινες απέξω;





Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

Ο Πινόκιο στη Βουλή και οι μουσικές καρέκλες



 Οχι. Δεν είναι παραμύθι. Όχι μια φορά και έναν καιρό αυτή τη φορά. Σήμερα και τώρα λοιπόν...

Θέλω και εγώ ψήφο εμπιστοσύνης. Όχι σε πολλά πράγματα. Σε κάποια ας πούμε που έχω στο μυαλό μου. Εφόσον είναι τόσο εύκολο κάποιος να σε πιστεύει, ενώ είσαι τόσο αναξιόπιστος, τότε ίσως να υπάρχει ελπίδα να τα καταφέρω και εγώ με κάποιον τρόπο. Προσπαθώ να μάθω τα μυστικά, πιστέψτε με. Όχι για να γίνω αναξιόπιστη, αλλά για να κερδίζω ανθρώπους χωρίς ιδιαίτερο κόπο. Αλλά προφανώς δεν έχω βρει αυτό το κάτι που έχει ο πρωθυπουργός μας, που θα κάνει ίσως τη διαφορά. Μη τον υποτιμάτε. Ούτε αυτόν, ούτε όλους τους άλλους που δε φοράνε μπλε κουστούμια γύρω του. Γνωρίζουν πολύ καλά τι κάνουν. Ξέρετε πόσο δύσκολο είναι να σας πάρουν την καρέκλα; Για θυμηθείτε τα παιχνίδια που παίζαμε όταν ήμασταν μικροί. Ποιό ήταν το πιο διάσημο όλων και το πιο διασκεδαστικό; Οι μουσικές καρέκλες! Αυτό που έπρεπε να καθίσεις πολύ γρήγορα σε μια καρέκλα για να την κάνεις δική σου και να αφήσεις κάποιον απέξω, μέχρι να κατακτήσεις και τη τελευταία. Για στίψτε το μυαλό σας. Πάω στοίχημα, πως οι μισοί από αυτούς από εκεί μέσα, παίζουν ακόμα μουσικές καρέκλες στο καφενείο της Βουλής και χασκογελούν. 

Μα και τα άλλα παιχνίδια κάτι θέλουν  να μας πουν, λες και από μικρούς μας εκπαιδεύουν για αυτά που μας περιμένουν. Μακριά γαιδούρα, ποιος δηλαδή θα είναι το θύμα, που όλοι θα καθίσουν πάνω στις πλάτες του, με κίνδυνο να του τσακίσουν τη μέση, προκειμένου να φωνάξουν νίκησα, νίκησα. Κρυφτό. Ποιός θα μπορέσει να εξαφανιστεί πιο γρήγορα, να κρυφτεί πίσω από τη δική του ντροπή. Κυνηγητό. Εδώ τα λόγια είναι περιττά. Μονόπολη. Αγαλμάτακια ακούνητα και πολλά ακόμα. Τα παιχνίδια φίλοι μου, λένε την αλήθεια. Εμείς δεν ήμασταν ποτέ εκεί για να ακούσουμε τι πραγματικά έχουν να μας πουν και τώρα ζητάμε και τα ρέστα.

Εχθες το βράδυ, όπως σχεδόν όλοι μας, παρακολούθησα τις ομιλίες από τη Βουλή και πίεζα το μυαλό μου να κατεβάζει ιδέες για το πως θα κοροϊδέψω κάποιους ανθρώπους προκειμένου να γίνω εκατομμυριούχος.Ανέτρεξα λοιπόν σε πιθανά ψέματα, σκέφτηκα παράνομες ενέργειες, πήγα ένα βήμα παραπέρα από τις δικές μου αντοχές και χαμογέλασα χαιρέκακα. Τελικώς, δεν είναι και τόσο δύσκολο να γίνεις ο Πινόκιο. Είπα λοιπόν στον εαυτό μου, πως ίσως, να μην είναι και τόσο κακό να φτιάξεις ένα μη πραγματικό βιογραφικό, που να λέει τα πράγματα κάθε φόρα, όπως συμφέρει τον αντίστοιχο εργοδότη. Δηλαδή, για παράδειγμα, αν επιθυμώ ή εξαναγκάζομαι, δεν έχει σημασία πια, να εργαστώ σε μία εταιρεία, που απαιτεί δέκα χρόνια προϋπηρεσία για τη θέση και τρεις ξένες γλώσσες και να είσαι πάνω από 35 ετών, γιατί να μη τα γράψω έτσι αεράτα; Δε θα είμαι ντόμπρα. Δε θα είμαι αληθινή. Αλλά θα πάρω τη δουλειά και στο τέλος της μέρας, κανένας δε θα μου ζητήσει ταυτότητα. 

Εχθές το βράδυ, παρακολουθούσα με περιέργεια και απορία και αηδία και όλα τα κακά της μοίρας μου ένα λάκο ανθρώπων, που θύμιζαν κοράκια που περιμένουν τη ταφή λίγο πριν ξημερώσει, να χαμογελούν, να βαριούνται, να μιλούν  ο ένας στον άλλον, κάπου κυκλοφόρησε και μια φωτογραφία με κάποιον από αυτούς να λύνει ένα σταυρόλεξο, γυναίκες με πράσινα μαλλιά, γυναίκες με βαριά κουστούμια και πολλά άλλα μιας ακριβοπληρωμένης παραγωγής, και σκεφτόμουν: Τώρα είναι η ευκαιρία σου να κρατήσεις σημειώσεις. Τώρα είναι η ευκαιρία σου να γίνεις μία άλλη. Κοίτα πως χειροκροτούν όρθιοι αυτόν που το κατάφερε καλύτερα από όλους.

Δεν είναι δύσκολο κανείς να καταλάβει πως για να είναι πρώτος και να σπάσει με το σώμα του τις κορδέλες, θα πρέπει να είναι πρώτος σε όλα. Ακόμη και στο ψέμα. Έτσι πάνω κάτω διδασκόμαστε σε αυτή τη χώρα. Έτσι πάνω κάτω μας αναγκάζουν κάποιοι άνθρωποι να συμπεριφερόμαστε. Τα περιθώρια στενεύουν για τους ειλικρινείς ανθρώπους. Γίνονται θηλιές και απλώνονται γύρω από το λαιμό τους, τους πεθαίνει και τους στέλνει στον παράδεισο. Αλλά μάλλον κάποιος ξεγλύστρισε κάποτε από τον άσπρο κήπο του Θεού και αλαφιασμένος γύρισε στη γη για να βροντοφωνάξει σε όλους, πως ο παράδεισος είναι το πιο βαρετό μέρος που έχει συναντήσει ποτέ στη ζωή του και πρόετρεπε τον κόσμο να αμαρτήσει.

Σε κανέναν δεν αρέσει να λέει πως τελείωσε το λύκειο, ενώ έχει πτυχία. Σε κανέναν δεν αρέσει να μη τον παίρνει κανείς από τους πεντακόσιους εργοδότες τηλέφωνο, έστω να τον απορρίψει με τη φωνή του. Σε κανέναν δεν αρέσει να ανοίγει τη τηλεόραση και να βλέπει δήθεν θλιμμένους δημοσιογράφους, την ίδια ώρα που το πρόσωπό τους τους προδίδει πως είναι ευτυχισμένοι με τα αποτελέσματα. Σε κανέναν δεν αρέσει να νοιώθει τη βία και την εγληματικότητα να κολυμπάει γύρω του. Σε κανέναν δεν αρέσουν τα ψέματα. Και άμα θέλουμε να επιβιώσουμε, ίσως και θα έπρεπε να γίνουμε ίδιοι. Εξάλλου δείτε το. Από το τελευταίο ριάλιτι μέχρι και τη Βουλή, το ψέμα πουλάει. Ίσως κάτι να σημαίνει αυτό. Ίσως να μένει μόνο ένα χαρακτηριστικό που θα μπορούσαμε να κληρονομήσουμε από τη δική μας γενιά και ας μη το ξέρουμε ακόμα πως μάλλον μόνο αυτό μας απέμεινε. Την καρδιά του Πινόκιο. Και ίσως με αυτή, να καταφέρουμε να ανέβουμε ένα βήμα παραπάνω στη δική μας σκάλα της ζωής και ας μην πάμε ποτέ στον Παράδεισο.